οινοπνευματοποιείο

οινοπνευματοποιείο
το
εργοστάσιο παρασκευής οινοπνεύματος.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • οινοπνευματοποιείο — το εργοστάσιο παραγωγής οινοπνεύματος και οινοπνευματωδών ποτών. [ΕΤΥΜΟΛ. < οἰνοπνευματοποιός. Η λ., στον λόγιο τ. οἰνοπνευματοποιεῖον, μαρτυρείται από το 1883 στον Ν. Θ. Σχινά] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”